- Ιουστίνος
- I
(Φλαβία Νεάπολη, Παλαιστίνη 110 – Ρώμη 167 μ.Χ.). Φιλόσοφος και χριστιανός μάρτυρας. Γεννήθηκε από εθνικούς γονείς. Αρχικά μαθήτευσε κοντά σε κάποιον στωικό φιλόσοφο. Στη συνέχεια ακολούθησε την πυθαγόρεια και την πλατωνική διδασκαλία, για να καταλήξει στη μελέτη της Αγίας Γραφής, στην οποία, όπως διηγήθηκε ο ίδιος, βρήκε την «πραγματική αλήθεια». Δίδαξε τον χριστιανισμό σε διάφορες πόλεις και τελικά εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, όπου ίδρυσε σχολή. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό στη Ρώμη, επί Ιουνίου Ρουστίκου, μαζί με άλλους έξι χριστιανούς, επειδή ήταν θερμός υπερασπιστής της διδασκαλίας του Ιησού. Έγραψε πολλά έργα εναντίον του ιουδαϊσμού, της ειδωλολατρίας και των αιρέσεων, τα περισσότερα από τα οποία δεν έχουν διασωθεί, ενώ άλλα που αποδόθηκαν αρχικά σε αυτόν δεν είναι δικά του. Ο I., συνδυάζοντας τον χριστιανισμό με την αρχαία φιλοσοφία, υποστήριξε ότι ο Σωκράτης και ο Ηράκλειτος είχαν εμβαθύνει προδρομικά στο πνεύμα της διδασκαλίας του Ιησού. Η Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο. Η μνήμη του τιμάται την 1η Ιουνίου.IIΌνομα δύο αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.1. I. A’ (450 – 527). Βυζαντινός αυτοκράτορας (518-527). Ιλλυρικής καταγωγής, χωρικός και αμόρφωτος, ο I. ήταν αρχηγός της σωματοφυλακής του παλατιού. Όταν πέθανε ο Αναστάσιος, ύστερα από παρασκηνιακές ενέργειες διορίστηκε αυτοκράτορας από τη Σύγκλητο και τον στρατό. Η βασιλεία του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εισαγωγή του ανιψιού του, Ιουστινιανού, στον θρόνο. Ο τελευταίος κατείχε υψηλή μόρφωση και ξεχωριστές ικανότητες και, όταν ανήλθε ο θείος του στον θρόνο, επηρέασε τις κατευθύνσεις της πολιτικής του I., προπαρασκευάζοντας το έδαφος για την πραγματοποίηση των δικών του στόχων. Έτσι, με την εγκατάλειψη της συμβιβαστικής θρησκευτικής πολιτικής και τα βίαια αντιμονοφυσιτικά μέτρα, κυρίως στη Συρία, ο I. δεν επεδίωξε μόνο να επιβάλει την ορθοδοξία σε ολόκληρη την αυτοκρατορία αλλά κυρίως να αποκαταστήσει φιλικές σχέσεις με τον πάπα, γεγονός βασικής σημασίας για την πραγματοποίηση της σχεδιαζόμενης δυτικής πολιτικής από τον Ιουστινιανό. Εξάλλου, η προσπάθεια εκχριστιανισμού διαφόρων γειτονικών λαών –που μεγιστοποίησε τη βυζαντινή επιρροή και περιόρισε τον εχθρικό κίνδυνο– ήταν ένα πολιτικό μέτρο που υπαγόρευσε και εφάρμοσε ευρέως κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ο Ιουστινιανός. Αξιόλογος ήταν ο τρόπος με τον οποίο ο I. αντιμετώπισε την αποκατάσταση πληθυσμών και την ανοικοδόμηση πόλεων που δοκιμάστηκαν από μεγάλους σεισμούς κατά τη διάρκεια της βασιλείας του.2. I. B’ (; – 578). Βυζαντινός αυτοκράτορας (565-578). Ήταν ανιψιός και διάδοχος του Ιουστινιανού Α’. Φιλάσθενος, με εξαιρετικά αδύναμο νευρικό σύστημα, ο I. –όπως αργότερα οι διάδοχοί του– έπρεπε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της μεγαλεπήβολης και πολυδάπανης πολιτικής του Ιουστινιανού, κυρίως της εξωτερικής, η οποία σχεδόν αμέσως μετά τον θάνατό του αποδείχθηκε άσκοπη. Το 568 οι Λογγοβάρδοι κατέλαβαν τη βυζαντινή Ιταλία, από την οποία διασώθηκαν μόνο οι οχυρές πόλεις. Έτσι, η απώλεια του μεγαλύτερου μέρους των βυζαντινών κτήσεων μείωσε το γόητρο του Βυζαντίου στη Δύση και ώθησε βαθμιαία τον πάπα προς τους Φράγκους για την αντιμετώπιση των Λογγοβάρδων. Χαρακτηριστικό της εξωτερικής πολιτικής του I. υπήρξε η στροφή και πάλι προς την Ανατολή, όπου οι μετακινήσεις πληθυσμών δημιούργησαν νέα προβλήματα στο κράτος. Η προώθηση των Τούρκων προς τα Δ προκάλεσε τη μετακίνηση και την εγκατάσταση των Αβάρων στον Δούναβη, οι οποίοι ήδη επί Ιουστινιανού άρχισαν να απασχολούν το Βυζάντιο. Συγχρόνως, η άρνηση του I. να συνεχίσει την πληρωμή του ετήσιου φόρου προς τους Πέρσες –σύμφωνα με τη συνθήκη του 562– προκάλεσε νέα σύγκρουση Βυζαντινών και Περσών, που εξελίχθηκε σε εικοσαετή πόλεμο (572-592), με κύριο πεδίο επιχειρήσεων την τόσο σημαντική από οικονομική και στρατηγική άποψη Αρμενία. Οι αποτυχίες στις επιχειρήσεις αυτές και ιδιαίτερα η κατάληψη του φρουρίου Δάρας (574) αποτέλεσαν αποφασιστικό πλήγμα για τα αδύναμα νεύρα του I., ο οποίος, ανίκανος να συνεχίσει τη διακυβέρνηση του κράτους, αντικαταστάθηκε –με πρωτοβουλία της συζύγου του Σοφίας– από τον αξιωματικό Τιβέριο, ο οποίος έγινε καίσαρας και τον διαδέχθηκε αργότερα (578) στον θρόνο.
O αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστίνος A’, σε νόμισμα της εποχής.
Dictionary of Greek. 2013.